ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ

 

Το νησιωτικό σύμπλεγμα της Σαντορίνης βρίσκεται στη νότια άκρη του Αιγαίου, είναι το νοτιότερο σύμπλεγμα των Κυκλάδων και αποτελείται από τα νησιά Θήρα, Θηρασία, και Ασπρονήσι.  Τα τρία αυτά νησιά αποτελούν υπολείμματα του προϊστορικού, μεγαλύτερου, νησιού με το όνομα Στρογγύλη -από το τότε σχήμα του- και είναι διατεταγμένα σε σχήμα δακτυλίου γύρω από μια βαθιά ωοειδή λεκάνη που σχηματίσθηκε από την καταβύθιση του κέντρου της Στρογγύλης λόγω μεγάλης ηφαιστειακής έκρηξης και όπου εισέρευσε η θάλασσα. Στο κέντρο περίπου της λεβητοειδούς αυτής λεκάνης, η οποία στη διεθνή γεωγραφική και γεωλογική επιστήμη ονομάζεται Καλντέρα, προβάλλουν δύο νησίδες, η Παλαιά Καμένη και η Νέα Καμένη.

 

Η Σαντορίνη είναι -μετά το Βεζούβιο- ένα από τα περισσότερο και καλύτερα μελετημένα ηφαίστεια καθώς πολύ σπάνια το εσωτερικό και η κατασκευή ενός σύνθετου ηφαιστείου είναι τόσο καθαρά.

Μια τραγική ειρωνεία στη γεωφυσική ιστορία της Σαντορίνης είναι ότι η μεγάλη καταστροφή που χάνεται μέσα στους αιώνες αντηχεί σήμερα την ασύγκριτη φυσική καλλονή της. Για να το καταλάβει κάποιος αυτό θα πρέπει να διαπλεύσει την Καλντέρα απ' όπου θα δει να ανυψώνονται από τα βαθυγάλαζα νερά της λεβητοειδούς λεκάνης, σε ύψος 200 - 300 μέτρων, οι σκοτεινόχρωμοι, φαινομενικώς απρόσιτοι στην ανάβαση, τοίχοι της Καλντέρας. Τα διάφορα στρώματα της ηφαίστειας σποδού, των ηφαιστείων άμμων καθώς και τα διάφορα ρεύματα λάβας, ξεχωρίζουν τέλεια μεταξύ τους χάρη στα χρώματά τους, των οποίων οι τόνοι ποικίλουν από το κόκκινο μέχρι το μαύρο. Πάνω από όλα αυτά τα στρώματα εκτείνεται το λευκό στρώμα της κισσήρεως και της θηραϊκής γης, το οποίο έχει πάχος 30 - 50 μέτρα. Το στρώμα αυτό αποτελούσε τη βάση της οικονομίας του νησιού καθώς οι ποσότητες θηραϊκής γης και ελαφρόπετρας που εξάγονται, ακόμη και σήμερα, ετησίως από τη Σαντορίνη φθάνουν τα δύο εκατομμύρια τόνους.    

 

Διάφορες γεωλογικές έρευνες που έχουν γίνει στην Ελλάδα απέδειξαν ότι στη θέση του σημερινού Αιγαίου πελάγους υπήρχε ξηρά, η οποία ένωνε τότε την Ελλάδα με τη Μικρά Ασία και την Κρήτη. Η ξηρά αυτή ονομάστηκε Αιγηίδα και αποτελούνταν από πολλά όρη, διαδεχόμενα από κοιλάδες και λίμνες. Μεταξύ των οροσειρών της Αιγηίδος υπήρχε και μία οροσειρά που ονομαζόταν ανατολικοαιγυπτιακή και της οποίας μέρος αποτελούσε ο σημερινός Προφήτης Ηλίας της θήρας.

Σε μετέπειτα ιστορική περίοδο η Αιγηίδα διαμελίστηκε σε τεμάχια, άλλα εκ των οποίων καταβυθίστηκαν και άλλα υπερυψώθηκαν. Ακολούθησαν πολλά ηφαίστεια φαινόμενα και, περίπου στα μέσα της 2ης μ.Χ. χιλιετηρίδας, λαμβάνει χώρα η μεγάλη ηφαιστειακή καταστροφή που θα δώσει αφορμή, αφενός στο να σχηματιστεί το ανώτατο παχύ στρώμα κισσήρεως και αφετέρου το σημερινό δακτυλιοειδές σύμπλεγμα των νησιών Θήρας, Θηρασίας και Ασπρονησίου.

 

Η δράση του ηφαιστείου όμως δεν έπαυσε. Από την κατά καιρούς οργή του ξεπρόβαλαν στο κέντρο της Καλντέρας οι δυο ηφαίστειες νησίδες, πρώτα η Παλαιά Καμένη και, από μετέπειτα αλλεπάλληλες εκρήξεις η Νέα Καμένη.

 

Στις μέρες μας το ηφαίστειο βρίσκεται σε κατάσταση ηρεμίας. Σε πολλά σημεία του μπορούμε βέβαια να διακρίνουμε θερμούς υδρατμούς και θειούχα αέρια, από τα οποία σχηματίζονται κρύσταλλοι θείου λόγω της αποσύνθεσης των αερίων. Η θερμοκρασία των ατμών και αερίων ποικίλει με μέγιστο του; 86 βαθμούς Κελσίου.

 

Η Θηρασία, το δεύτερο σε μέγεθος νησί του συμπλέγματος, δεν είχε βέβαια ευνοϊκότερη μεταχείριση από την οργή του ηφαιστείου, που άφησε τ’ αποτυπώματά του υπό τη μορφή μακρόστενων, παράλληλων όγκων από άσπρη λάβα στη ράχη του νησιού. Οι κάτοικοι της Θηρασίας καλλιεργούν τον εύφορο δυτικό κάμπο του νησιού και παράγουν σταφύλια, τομάτες και φάβα.

 

Στη Θήρα έχουν πραγματοποιηθεί σπηλαιολογικές έρευνες με εντολή του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού και με σκοπό τη μελέτη και τη διαπίστωση σπηλαίων κατάλληλων για την πρότασή τους προς τουριστική αξιοποίηση. Το σπήλαιο Κατιφιό, έξω από το χωριό Πύργος, παρουσιάζει ενδιαφέρον για το λαογραφικό του υλικό, έχει μήκος 12 μέτρα και στην είσοδό του υπάρχει ένα μεσαιωνικό κτίσμα σαν πολεμίστρα.

 

Κοντά στην εκκλησιά της Κέρα-Παναγιάς της Χοχλιδερής, στο χωριό της Οίας, αποκαλύφθηκαν δύο ακόμη προϊστορικά σπήλαια, και τα δύο καλυμμένα από ογκόλιθους –ίσως από σεισμούς. Οι εξερευνητές διαπίστωσαν μέσα σ’ αυτά κτίσματα, βωμούς, χωρίσματα, λαξευτές λεκάνες συλλογής νερού, κ.ά. που μαρτυρούν την εγκατάσταση ανθρώπων προϊστορικής εποχής μέσα σ’ αυτά. Όλα τα τεχνητά έργα, ωστόσο, και στα δύο σπήλαια, δίνουν την εντύπωση πως χτίστηκαν από ανθρώπους που γνώριζαν πολλά μυστικά της αρχιτεκτονικής και που αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις σπηλιές για κατοικίες. Αποτελούν δείγματα και έργα ανθρώπων που είναι πολύ εξελιγμένοι για να θεωρηθούν μεσολιθικής και νεολιθικής καταγωγής και, αντίθετα, πολύ πρωτόγονοι για να χαρακτηριστούν τα έργα τους ιστορικών χρόνων.

 

Το κλίμα της Σαντορίνης διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά των ξηρότερων περιοχών των παραμεσογειακών τόπων. Σχετικά ήπιος χειμώνας ενώ το καλοκαίρι δροσερό. Κατά την περίοδο δε του καλοκαιριού, σε όλα τα ελληνικά πελάγη πνέουν τα γνωστά μελτέμια τα οποία ωστόσο κυριαρχούν στο κεντρικό και νότιο Αιγαίο και μάλιστα στη θάλασσα των Κυκλάδων, στην οποία συμβαίνει να πνέουν χωρίς διακοπή, πιθανώς ακόμη και για δύο μήνες.

 

Η ηφαιστειακή του προέλευση έχει κάνει το έδαφος της Σαντορίνης γονιμότατο εκτός από το νοτιοανατολικό, ασβεστολιθικό μέρος του νησιού που είναι πετρώδες και γυμνό, με φτωχή βλάστηση. Η έλλειψη εδαφικού ύδατος είναι το σπουδαιότερο πρόβλημα για την ανάπτυξη καλλιεργειών, εν μέρει όμως  αναπληρώνεται από την ατμοσφαιρική υγρασία, η οποία συγκρατείται από το πορώδες έδαφος, και από τις βροχές. Κατά συνέπεια, οι καλλιέργειες περιορίζονται σε πρώιμα λαχανικά (ντομάτες, φάβα, μπιζέλια) και σε δημητριακά (κυρίως κριθάρι). Με τον παραδοσιακό τρόπο καλλιεργείται η φημισμένη φάβα, ένα όσπριο πιο μικρό από το μπιζέλι που μοιάζει πολύ με φακή, ενώ, πριν από το 1960, η μικρή σε μέγεθος αλλά περιεκτική σε συστατικά, άνυδρη τομάτα, αποτελούσε ένα από τα κύρια προϊόντα του νησιού. Από αυτές τις μικρές τομάτες κατασκευάζεται ο περίφημος τοματοπολτός της Σαντορίνης, ο μπελτές όπως τον αποκαλούν οι ντόπιοι. Το μόνο πολυετές φυτό που απαντάται στη Σαντορίνη είναι το αμπέλι. Τα ηφαιστειογενή εδάφη της Σαντορίνης είναι ιδιαιτέρως πρόσφορα για τα αμπέλια, τα οποία καλύπτουν όλες τις πεδινές εκτάσεις του νησιού. Η ποιότητα του κρασιού της Σαντορίνης είναι η καλύτερη των Κυκλάδων και οι ποικιλίες Νυχτέρι και Βινσάντο είναι οι πιο φημισμένες.