Το κυνήγι των ελεφάντων στα Γρεβενά

 


Από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις στον πλανήτη έκαναν Ελληνες παλαιοντολόγοι που εντόπισαν μαστόδοντα 200.000 και 3.000.000(!) ετών


Είναι το πιο μαγευτικό κυνήγι για έναν επιστήμονα. Το κυνήγι πάνω στα σημερινά χώματα και δάση για όντα που έζησαν εκατομμύρια χρόνια πριν. Ενα περιπετειώδες σαφάρι πίσω από τα ίχνη προϊστορικών ζώων -η στριγγιά φωνή των ελεφάντων σαν να ακούγεται ανάμεσα στα πυκνά φυλλώματα, το χώμα σαν να τραντάζεται κάτω από τον βαρύ ρυθμικό γδούπο. Μια πολύχρονη πυρετική αναζήτηση σε πλαγιές, σε όχθες ποταμών όλων εκείνων των κομματιών, που συνθέτουν την πιο θαυμαστή ιστορία: το γοητευτικό ξετύλιγμα της εξέλιξης των ειδών. Κυνηγοί, λοιπόν, της ιστορίας, του χρόνου, που έχει κυλήσει μακρύς πάνω στα ίδια βουνά, την ίδια γη, το ίδιο νερό, πάνω στο ίδιο κομμάτι του χάρτη, την Ελλάδα, διπλώνοντας εντός του εποχές ολόκληρες.

Μέρος από τα οστά του «Αστραχάν».

Ο ελέφαντας είχε ύψος 4 μέτρα και βάρος 12 τόννους.

 

 

Για τους κυνηγούς στους οποίους αναφερόμαστε, η επίπονη αναζήτηση από τα ίχνη που άφησε μια συγκεκριμένη εποχή κρατάει δέκα χρόνια τώρα. Πρόκειται για μια ομάδα επιστημόνων από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης που έχουν επιδοθεί στο κυνήγι ελεφάντων στα βουνά και στις ρεματιές των Γρεβενών. Μια αναζήτηση για τον σκελετό ενός παχύδερμου και δυσκίνητου ζώου που οι «κυνηγοί» του μετά από χιλιάδες χρόνια βάφτισαν αστειευόμενοι... «Αστραχάν».

 

Η δρ Παλαιοντολογίας στο ΑΠΘ κ. Ευαγγελία Τσουκαλά είναι ο αρχηγός αυτής της αποστολής που μαζί με την ομάδα της, μια χούφτα φίλους της σπηλαιολογίας και φοιτητές Γεωλογίας εξορμούν στα πιο απίθανα μέρη, αναζητώντας τα μεγαλύτερα ζώα που έζησαν στο χώρο που σήμερα είναι η Ελλάδα.

 

Το επιστημονικό σαφάρι έχει αποδώσει καρπούς: τα θαυμαστά του θηράματα, δυο τεράστιοι ελέφαντες. Ενας ηλικίας μόλις 200.000 ετών κι ένας άλλος ηλικίας 3.000.000 ετών. Το μεγαλύτερο σε ηλικία και όγκο μαστόδοντο που βρέθηκε ποτέ σε ελληνικό έδαφος με τους μεγαλύτερους σε μήκος (απολιθωμένους) χαυλιόδοντες, τέτοιους που όμοιοί τους δεν έχουν βρεθεί πουθενά στον κόσμο.

 

Οπως όλοι οι μεγάλοι κυνηγοί, έτσι κι αυτή η ομάδα χρειάστηκε να έχει την τύχη με το μέρος της στις εξορμήσεις της. Δίπλα στην επιστημονική φωτιά που καίει, ξεδιπλώνοντας γοητευτικούς μύθους, «δούλεψε» η τύχη παίζοντας ένα καταπληκτικό παιχνίδι συμπτώσεων, τον ανυπολόγιστο και αδιερεύνητο «κρίκο» στην παλαιοντολογία και τις άλλες επιστήμες.

 

«Το 1990, εξιστορεί η κ. Τσουκαλά, ένας φοιτητής του ΑΠΘ, ο Δημ. Ζησόπουλος, είχε μαζέψει από το οικόπεδο του παππού του, στις παρυφές της πόλης των Γρεβενών κάποια απολιθωμένα οστά και τα έφερε στο Εργαστήριό μας. Οταν τα εξετάσαμε είδαμε ότι πρόκειται για οστά ενός προϊστορικού ζώου και αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε μια έρευνα στην περιοχή».

 

Επί τρία χρόνια, από το 1992 έως και το 1995, στη θέση «Αμπέλια», σε μια περιοχή εκβολής ενός παραπόταμου, σε υψόμετρο 585, η ομάδα των παλαιοντολόγων άρχισε να ανακαλύπτει τα απολιθωμένα οστά ενός ελέφαντα. Τα πιο πολλά βρέθηκαν στον ίδιο χώρο. Εκεί όπου είχε γείρει το μεγάλο ζώο ύψους 4 μέτρων και βάρους 12 τόννων για τον αιώνιο ύπνο του. Το πρώτο τρόπαιο δεν παραδόθηκε τόσο εύκολα. Η ομάδα έπρεπε να σκάψει βαθιά, να μηχανευτεί τρόπους, να βρει μεθόδους για να μεταφέρει το πολύτιμο εύρημά της, να σώσει το σκοπό της αποστολής της. Δύο χρόνια μετά, κάποιες σκονισμένες σημειώσεις του καθηγητή Μελέντη για την περιοχή και τα απολιθωμένα οστά που βρήκε ο κάτοικος του χωριού Μηλιά των Γρεβενών, Θανάσης Δεληβός, ξανάβαλαν την ίδια ομάδα στο κυνήγι των ελεφάντων.

 

Και αυτή τη φορά το «θήραμα» ήταν καλά κρυμμένο αλλά η τύχη πάλι έπαιξε το παιχνίδι της. Στην κορυφή ενός λόφου, ο σπηλαιολόγος-ανιχνευτής Βασίλης Μακρίδης από το Κιλκίς, που βοηθά συχνά την ομάδα σκόνταψε τυχαία πάνω σ' ένα απολιθωμένο εξόγκωμα που είχαν αποκαλύψει τα νερά μιας δυνατής νεροποντής. Πριν θυμώσει, αναφώνησε με χαρά.

 

Μέρες μετά, καθώς η έξαψη διέτρεχε τα μέλη της ομάδας και τα χαμόγελα βοηθούσαν στο σκάψιμο, ήρθε στην επιφάνεια ένας βραχίονας μαστόδοντα, ύψους 1,34 μ., και λίγα εκαστοστά πιο πέρα κι άλλα οστά, και κατόπιν κι άλλα και τμήμα του κρανίου και ως αποκορύφωμα της επιμονής και της αναζήτησης, η ανακάλυψη των δύο μεγάλων χαυλιόδοντων σε θέση χιαστί και της κάτω σιαγόνας η οποία φέρει μικρούς χαυλιόδοντες.

 

«Οι απολιθωμένοι χαυλιόδοντες της κάτω σιαγόνας που χάθηκαν κατά την εξέλιξη του είδους των ελεφάντων και η τόσο καλή διατήρησή τους κάνει το εύρημα μοναδικό στην Ευρώπη», λέει η κ. Τσουκαλά.

 

Αν η ανασκαφή διήρκεσε εβδομάδες και μήνες καθώς η ομάδα επέστρεφε και ξαναεπέστρεφε στον αμμώδη λόφο κοντά στον Αλιάκμωνα, η μεταφορά των δυο χαυλιοδόντων (μήκους 4 μέτρων και 40 εκατοστών, βάρους 400 κιλών ο καθένας) σε μια αποθήκη-μουσείο του χωριού με ειδικά καλούπια και επιστημονική μεθοδικότητα, διήρκησε άλλο τόσο. Τα μεγέθη του ζώου που πιθανότατα οδήγησαν και στην εξαφάνισή του αφού το ύψος του υπολογίζεται στα 4,5 μέτρα, με βάρος 12 τόνους, και ανάγκες τεραστίων ποσοτήτων τροφής, του χάρισαν και την ονομασία του «Γίγα» από την αρχηγό της ομάδας.

 

Ο αρσενικός μαστόδοντας που βρέθηκε στο χωριό Μηλιά των Γρεβενών θα μπορούσε να είναι το πιο πολύτιμο από τα εκθέματα οποιουδήποτε παλαιοντολογικού μουσείου στον κόσμο. Στην Ελλάδα, όμως, κατέληξε πάνω σε πάγκους που ούτε καν ξύλινοι δεν είναι, όπως είχαν ζητήσει οι παλαιοντολόγοι...

 

Το επιστημονικό σαφάρι των παλαιοντολόγων του ΑΠΘ δεν σταμάτησε το 1998. Τα «Αμπέλια» και η Μηλιά, ο «Αστραχάν» και ο «Γίγας», παρά τον όγκο τους, την ηλικία τους, τη σπουδαιότητά τους ως επιστημονικά τρόπαια, απλώς άνοιξαν την όρεξη... Η ομάδα ξαναεπέστρεψε στην περιοχή λίγο μετά για να ανακαλύψει στη θέση «Πρίπορο», κοντά στο χωριό Αγιος Γεώργιος, μέσα σε άμμους, την σιαγώνα ενός ρινόκερου Πλειοκαινικής ηλικίας, που έζησε την ίδια περίοδο με το αρσενικό μαστόδοντο.

 

«Στόχος μας», λέει η κ. Τσουκαλά είναι ν' ανακαλύψουμε ένα μέρος όπου θα βρίσκονται συγκεντρωμένα απολιθωμένα οστά πολλών ειδών για να μπορέσει το... κυνήγι να ολοκληρωθεί. Για τους παλαιοντολόγους έχει σημασία η ποικιλία της πανίδας, να έχουμε μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα για να ανασυνθέσουμε το παρελθόν, να μάθουμε την προϊστορία του τόπου μας, να εμπλουτίσουμε τα δύο μικρά μουσεία, να γίνουν πόλος έλξης ντόπιων και ξένων. Αλλά και μ' αυτά που πετύχαμε πάλι ευχαριστημένοι είμαστε...».

 

Εχουν γίνει δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά στη Γαλλία και στην Ιταλία, ο επιστημονικός κόσμος γνωρίζει για τον «Ελέφαντα των Γρεβενών» και τον «Μαστόδοντα της Μηλιάς», μια Αμερικανίδα συγγραφέας πρόσφατα «έπλεξε» Κύκλωπες, αρχαίους μύθους και τους ελέφαντες των Γρεβενών σε ένα βιβλίο της και η περιοχή μέσω της Παλαιοντολογίας έχει προβολή.

 

Το κυνήγι πήγε καλά...

 

«Σπατάλησαν» 20.000 δρχ. για συντήρηση

 

Σε συνέδριο που έγινε τον περασμένο μήνα στην πόλη των Γρεβενών επιστήμονες που παρακολούθησαν το «Κυνήγι των Ελεφάντων» πρότειναν ο μαστόδοντας της Μηλιάς (ανήκει στο Δήμο Ηρακλειωτών) και ο ελέφαντας των «Αμπελιών» να γίνουν τα εμβλήματά τους. Δεν είναι πρώτη φορά που ένα προϊστορικό ζώο γίνεται έμβλημα μιας πόλης. Οταν, πριν από αρκετά χρόνια ανακαλύφθηκε στα περίχωρα της πόλης Βελένια της Σλοβενίας, στις σήραγγες ενός παλιού ανθρακωρυχείου ένα μαστόδοντο όμοιο με το μαστόδοντο της Μηλιάς, το ζώο έγινε έμβλημα της πόλης, ενώ ένα ομοίωμά του εκτίθεται σε φυσικό μέγεθος. Το ίδιο ζητά και η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Γρεβενών, η οποία, εξάλλου, είναι αυτή που στήριξε οικονομικά την αναζήτηση των ελεφάντων.

 

Ο κίνδυνος

 

Ο χώρος, πάντως, στον οποίο φυλάσσονται οι χαυλιόδοντες στην Μηλιά θεωρείται ακατάλληλος. Ουσιαστικά, οι χαυλιόδοντες κινδυνεύουν αφού δεν υπάρχει η απαιτούμενη ασφάλεια για τέτοια ευρήματα, τα οποία σε άλλες περιοχές αναδεικνύονται και γίνονται πηγή μεγάλων εσόδων για τις τοπικές κοινωνίες.

 

Το δημοτικό μουσείο των Γρεβενών στο οποίο φυλάσσεται ο «Αστραχάν» έγινε με... 20.000 δραχμές. Τόσο στοίχισε το ύφασμα με το οποίο ντύθηκαν τα καλούπια που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά του σκελετού.

 

Το ίδιο είδος έχει εντοπιστεί στον Περδίκα της Πτολεμαΐδας, στην Μεγαλόπολη, στο Καλαμωτό Θεσσαλονίκης, ενώ ίχνη μαστόδοντων, όπως ο «Γίγας» έχουν εντοπιστεί και σε άλλες περιοχές. Μοναδικοί θεωρούνται οι νάνοι-ελέφαντες που έχουν βρεθεί στην Τήλο και στην Κρήτη. Τέτοιες ανακαλύψεις όμως έγιναν ο κινητήριος μοχλός για την δημιουργία περιφερειακών παλαιοντολογικών μουσείων.

 

Παρόμοια παλαιοντολογική έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη στην Θερμοπηγή Σερρών ενώ ο πιο πρόσφατος εντοπισμός μαστόδοντα προέρχεται πάλι από το «κυνήγι» της ίδιας ομάδας στην χερσόνησο της Κασσάνδρας Χαλκιδικής όπου εντοπίστηκε ένα είδος που ζούσε σε βάλτους και χρησιμοποιούσε χαυλιόδοντες της κάτω γνάθου για να βρίσκει ρίζες και βολβούς.

 

Ευρήματα για το βιβλίο Γκίνες

 

Η ηλικία του «Αστραχάν», του ελέφαντα των «Αμπελιών», υπολογίστηκε σε συνεργασία με το Εργαστήριο Αρχαιομετρίας του ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» (δρ Γ. Μπασιάκος). Τοποθετείται χρονικά στο ισοτοπικό στάδιο οξυγόνου 6, δηλαδή 200.000 χρόνια πριν. Οι παλαιοντολόγοι θεωρούν ότι ο ελέφαντας αυτός ζούσε σε κοπάδια σ' ένα περιβάλλον με σαβάνα, μεγάλα δάση και λίμνες. Από τα λοξά δόντια του προσδιορίστηκε το είδος του: Palaeoloxodon antiguus. Ως δείκτης θερμών κλιμάτων αποδεικνύει ότι η Ελλάδα το χρονικό εκείνο διάστημα θα πρέπει να λειτούργησε ως καταφύγιο των ζώων αυτών αφού στην υπόλοιπη Ευρώπη επικρατούσε δριμύ ψύχος.

 

Τα ευρήματα της Μηλιάς αποδεικνύουν την παρουσία προϊστορικού προβοσκιδωτού Mammut borsoni, πλειοκαινικής ηλικίας, ήτοι μεγαλύτερη των 3 εκατομμυρίων ετών. Θεωρείται ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα που αφορούν την Παλαιοντολογία. Το σαγόνι αυτού του είδους, το πληρέστερο που έχει βρεθεί παγκοσμίως και έκανε τον καθηγητή Παλαιοντολογίας του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας δρ. Πασκάλ Τασύ να το χαρακτηρίσει ως εξαίρετο εύρημα, βρίσκεται προσωρινά στο Μουσείο Παλαιοντολογίας του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ προκειμένου να συντηρηθεί και να μελετηθεί.

 

Το μήκος των απολιθωμένων χαυλιοδόντων επιφυλάσσει μια θέση στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες. Σήμερα, ένας μεγάλος χαυλιόδοντας αφρικανικού ελέφαντα δεν ξεπερνάει τα 3 μέτρα.

 

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ